• No se han encontrado resultados

137814024-Ο-Ο-δρόμος-των-δακρύων.pdf

N/A
N/A
Protected

Academic year: 2021

Share "137814024-Ο-Ο-δρόμος-των-δακρύων.pdf"

Copied!
303
0
0

Texto completo

(1)

ΧΟΡΧΕ

ΜΠΟΥΚΑΙ

Ο ΔΡΟΜΟΙ ΤΠΝ

ΛΑΚΡΥΠΚ

Φ Υ Λ Λ Α

Π Ο Ρ Ε Ι Λ Ι I I I

ΜΕΤΑΦΡΑΖΗ ΚηΚΓΓΑΚΠΜΑ ΕηιικοηοηοΥΛΟΥ

> ρ e r a

(2)

τίτλος

π ρωτοτύπου:

ΕΙ camitto de las Idgrimas

Εκτύπωση: Π άνος Γκόνης

Βιβλιοδεσία: 0 . Η λιόπουλος - Π. Ροδόπουλος © 2001, Jorge Bucay

© 2001, Editorial Sudamericana, S.A. y Editorial del Nuevo Extremo, S. A. © 2003, Random House M ondadori, S.A.

© 2010, Εκδόσεις opera, για τη ν ελληνική μετάφραση Εκδόσεις opera Κ ω λ έ ττ η 23Α, 106 77 Αθήνα Τηλ. (210) 330 45 46 - Fax: (210) 330 36 34 e-mail: opera@otenet.gr www.operabooks.gr

(3)

Χ Ο Ρ Χ Ε Μ π ο υ κ α ϊ

ο ΔΡΟΜΟΣ

ΤΩΝ ΔΑΚΡΥΩΝ

Φ ΥΛΛΑ ΠΟΡΕΙΑΣ III

Μετάφραση

Κωνσταντίνα Επισκοποπούλου

Εκδόσεις opera

(4)
(5)

στη Μούσι τη Σουζάνα τηΧ έι και την Μπάτσι γιατί η απουσία τους μου έδειξε τον δρόμο των δακρύων

(6)
(7)

Φ Υ Λ Λ Α Π Ο Ρ Ε ΙΑ Σ Υπάρχεί σίγουρα μια πορεία που μηορεί. με πολλούς τρόπους, να είναι προσωπική και μοναδική. Υπάρχει, πιθανόν, μια πορεία, σίγουρα και με πολλούς τρόπους, ίδια για όλους. Υπάρχει μια πορεία σίγουρη, και κατά κάποιον τρόπ ο εφικτή. Ο ΤΡΟΠΟΣ ΕΙΝΑΙ Ν* ΑΝ ΑΚ ΑΛΥΨ Ε ΙΣ τη ν πορεία και ν* α ρ­ χίσεις να βαδίζεις προς τα εκεί. Είναι πιθανό να ξεκινήσεις μόνος, α λλά θα εκπλαγείς ό τα ν συ να ντήσεις α ρ γό τερ α σ το δρόμο όλους εκείνους που σίγουρα πορεύονται προς τη ν ίδια κατεύθυνση. Α υ τή η τελευταία διαδρομή είναι μοναχική, προσωπική και καθοριστική, α λλά δεν θα πρέπει να ξεχάσουμε ό τι είναι η γέφυρα που μας ενώ νει με τους άλλους* το μοναδικό σημείο επαφής που μας συνδέει αναπόδραστα με το ν κόσμο έτσι όπως είναι. Ό π οιο όνομα κι αν δώσουμε σ το ν τελικό προορισμό: ευ­ τυχία, αυτοπραγμάτωση, άνοδος, διαφωτισμός,

(8)

συνειδητό-ποίηση, ειρήνη, επιτυχία, κορυφή, ή, απλώς, τέλος... τ ο ίδιο κάνει. Ό λοι ξέρουμε πως η πρόκληση για μας είναι μόνο να φτάσουμε ώ ς εκεί. θ α υπάρξουν κάποιοι που έχασαν τ ο δρόμο και καταδι­ κάστηκαν να φ τά σουν αργά. Α λ λο ι, θα βρουν το πιο σύ ντο μ ο μονοπάτι και θα γίνουν οι έμπειροι οδηγοί τ ω ν υπολοίπων. Κάποιοι από τους οδηγούς αυτούς, μου δίδαξαν πως υπάρχουν πολλοί δρόμοι για να φ τάσει κανείς, αμέτρητες προσεγγίσεις, χιλιάδες τρόποι, δεκάδες μονοπάτια που μας οδηγούν σ τη σ ω σ τή κατεύθυνση. Α σφ αλώ ς, υπάρχουν κάποιοι δρόμοι που α ποτελούν μέ­ ρος κάθε πορείας που χαράξαμε. Δρόμοι που δε γίνετα ι να αποφύγουμε. Δρόμοι που πρέπει να διαβεί κανείς αν θέλει να συνεχί­ σει. Δρόμοι για τους οποίους θα μάθουμε τα απολύτως απα­ ραίτητα. ώ σ τε να φτάσουμε σ το τελευ τα ίο κομμάτι της δια­ δρομής. Κ ατά τη γνώμη μου, αυτοί οι αναπόφευκτοι δρόμοι είναι τέσσερις; Ο π ρ ώ το ς, ο δρ>όμος τη ς οριστικής αποδοχής τη ς ευθύ­ νης για τη ν ίδια μας τη ζωή, είναι α υτός που ονομάζω: Ο δρόμ ος τη ς Α υ το ε ξά ρ τη σ η ς Ο δ εύ τερ ο ς, ο δρόμος τη ς ανακάλυψης του άλλου, του έρ ω τα και του σεξ. είναι α υτός που εγ ώ το ν λέω: Ο δρόμ ος τη ς Σ υ νά ντη σ η ς Ο τρέτος, ο δρόμος της απώλειας και του πένθους, είναι α υτός που ονομάζω; Ο δρόμ ος τ ω ν Δ α κ ρ ύ ω ν ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο Ύ Κ ΑΪ

(9)

ο

Δ ΡΟ Μ Ο Σ Τ Ω Ν Δ Α Κ ΡΥ Π Ν Ο τέ τ α ρ τ ο ς και τε λ ευ τα ίο ς , ο δρόμος της ολοκλήρωσης και της αναζήτησης του νοήματος, είναι αυτός που ονομάζω: Ο δρόμος τη ς Ευτυχίας. Σ το ταξίδι μου μέχρις εδώ. έζησα μ ελετώ ντα ς τις σημειώσεις που άφησαν άλλοι για τα ταξίδια τους και πέρασα αρκετό χρόνο σχεδιάζοντας τους δικούς μου χάρτες. Ο ι χάρτες μου γι’ αυτούς τους τέσσερις δρόμους αποτέ- λεσαν αυτά τα χρόνια τα δικά μου φύλλα πορείας και με βοή­ θησαν να ξαναβρώ το δρόμο μου κάθε φορά που χανόμουν. Α υτά τα «Φ ύ λλα Πορείας», λοιπόν, μπορεί να φανούν χρήσιμα σε όσους — όπο>ς ε γ ώ — χάνονται συχνά σ το ν δ ρ ό ­ μο, και ακόμη σε όσους στάθηκαν άξιοι να βρκ>υν τα μονοπά­ τια. Ο πωσδήποτε, όμως, ο χάρτης δεν είναι ο ίδιος ο τόπος, και θα πρέπει να προχωράμε διορθώ νοντα ς το δρομολόγιο κάθε φορ>ά που η δική μας εμπειρία διαπιστώνει κάποιο λάθος του χαρτογράφου. Μ όνον έτσι θα φτάσουμε σ τη ν κορυφή. Είθε να συναντηθούμε εκεί. Θ α σημαίνει πως θα έχετε φτάσει. Θα σημαίνει πως κι εγ ώ θα τα έχω καταφέρει... Χόρχε Μπουκάι

(10)
(11)

Η Α Λ Λ Η Γ Ο Ρ ΙΑ Τ Η Σ Α Μ Α Ξ Α Σ III ΟΠΩΣ ΚΟ ΙΤΑΖΩ ΑΦΗΡΗΜΕΝΟΣ ΔΕ5ΙΑ. με τρομάζει ξα φ νι­ κά μια αττότομη κίνηση τη ς άμαξας. Σκύβω έξο) και βλέπω ό τι έχουμε ανέβει σ το πεζοδρήμιο. Φ ω ν ά ζω σ το ν αμαξά να προσέχει, κι αυτός αμέσως ξα να ­ μπαίνει σ το 6ρκί»μο. Λ εν καταλαβαίνω πώς αφαιρέθηκε τό σ ο πολύ και βεν είδε ό τι ξέφυγε από τη ν πορεία του. Φ α ίνετα ι πως γέρασε. Γυρίζω το κεφάλι α ριστερά να κάνω νόημα σ το ν σ υ ντα ξιδ ι­ ώ τη μου να μην ανησυχεί γιατί είναι όλα εντάξει... α λλά δεν το ν βλέπω πουθενά! Ταράζομαι. Α υ τό δ εν έχει ξαναγίνει ποτέ ώ ς τώρα. Λ εν έχου­ με ξαναχαθεί σ το ν δρόμο. Απ ό τη ν πρώ τη μας συ νά ντη ση , δεν έχουμε χωρίσει λ ε ­ πτό. Ή τ α ν μια σιωπηρή συμφωνία. Σ ταμάταγε ο ένας. σ τα μ ά τα γε κι ο άλλος. Β ιαζόταν ο ένας, πήγαινε γρ η γορ ότερ α κι ο άλλος. ΙΙαίρναμε μαζί τη στροφή, αν ο ένας από τους δύο ήθελε να στρίψει. Μ α τώ ρα , χάθηκε. Ξαφνικά, έγινε άφαντος.

(12)

Μ άταια βγάζω τ ο κεφάλι κα» κοιτά ζω το ν 6ρόμο δεξιά και αριστερά. Δ ε ν φαίνεται πουθενά. Ρ ω τά ω το ν αμαξά, κι αυτός ομολογεί πως εδ ώ και λίγη ώ ρα το ν είχε πάρει ο ύπνος σ τη θέση του. Μ ου δικαιολογεί­ ται ό τι π ολλές φορές ο ένας από τους δύο αμαξάδες κοιμάται λιγάκι και αφήνει το ν ά λ λ ο ν να προσέχει το ν δρόμο. Η τα ν φορές που και τα ά λογα ακόμη στα μ α τούσα ν να πηγαίνουν με το ν δικό τους ρυθμό και ακολουθούσαν το ν ρυθμό τ ω ν α λ ό γ ω ν τη ς διπλανής άμαξας. Ή μ α σ τε σα ν δύο άτομα που τα οδηγούσε η ίδια επιθυμία, σαν δύο πρόσωπα με ένα μυαλό, σαν δύο άνθρωποι σε ένα σώμα. Κι έξαφνα, μοναξιά, σιωπή, αμηχανία... Ν α έπαθε κάποιο ατύχημα τη ν ώρα που εγώ, αφηρημένος, δε.ν κοιτούσα προς το μέρος του; Μ ήπως πήραν τα ά λογα λάθος δρόμο, αφού και τους δύο αμαξάδες τους πήρε ο ύπνος... Μπορεί, όμως, και να προχώρησε η δική του άμαξα χωρίς να α ντιληφ θεί ο αμαξάς του τη ν απουσία μας, και να συνέχι­ ζα ν τώ ρ α τη ν πορεία τους προπορευόμενοι. Β γάζω το κεφάλι μου απ’ το παραθυράκι άλλη μια φορά και φω νάζω : «Ε εειιιϋ!» Π εριμένω λίγα δευτερόλεπ τα και ξα να φ ω νά ζω σ το ν έρημο δρόμο: ΧΟΡΧΕ Μ ΠΟ Ύ Κ ΑΪ

(13)

ο Δ Ρ Ο Μ Ο Σ Τ ίΙΝ Δ Α Κ Ρ Υ Ω Ν «Γειάαααϋ!» Και ξανά, ακόμα μια φορά; «Π ού είσαι;;;» Καμία απάντηση. 0 α έπρεπε άραγε να γυρίσω πίσω... ή μήπως να μείνω ακίνητος εΛώ που είμαι και να τ ο ν πε­ ριμένω... ή να πω, καλύτερα, σ το ν αμαξά να τρέξει για να το ν προ- φτάσουμε; Πάει πολύς καιρός που 6εν μου ήταν πρόβλημα αυτές οι απο­ φάσεις. Είχα αποφασίσει, εκεί και τό τε, να είμαι δίπλα του και να το ν ακολουθώ όπου μας έβγαζε ο δρόμος. Τώρα όμως... Ο φόβος μήπως χάθηκε και η ανησυχία πως μπορεί κάτι να έπαθε όλο και υποχωρούν, και σ τη θέση τους εμφανίζεται ένα συναίσθημα διαφορετικό. Και αν αποφάσισε να μη συνεχίσει μαζί μου; Μ ετά από λίγο συνειδητοποιώ πως όσο και να περιμένω, δεν πρόκειται να ξαναγυρίσει. I Ιάντω ς. όχι σ το μέρος αυτό.

(14)

Ο ι επ ιλογές μου είναι να συνέχισα) ή να μείνω εδ ώ και να πε- θάνα». Ν α πεθάνω. Μ ε ερεθίζει αυτή η ιδέα. Ξ εζεύ ω τα ά λογα και ζη τά ω αηό το ν αμαξά να κατέβει. Μ ας κοιτάζω: τη ν άμαξα, το ν αμαξά, τα άλογα, εμένα το ν ίδιο... Έ τσι αισθάνομαι: διχασμένος, χαμένος, συντρίμμια. Α λ λ ο ύ οι σκέψεις μου. αλλού τα συναισθήματά μου, α λ ­ λού τ ο σώμα, αλλού η ψυχή μου. Και το μυαλό μου, η συ νεί­ δηση το υ εαυτού μου καθηλωμένα εκεί... Σηκ ώ νω τα μάτια και κ οιτά ζω το ν δρόμο μπροστά. Από εδ ώ που βρίσκομαι, το τοπ ίο μοιάζει βαλτότοπος. Λ ίγα μέτρα πιο πέρα, το έδαφος γίνετα ι έλος. Ε κατοντάδες έλη και λάσπες — όλα δείχνουν πως τ ο μ ονο­ πάτι είναι ολισθηρό και επικίνδυνο... Δ ε ν είναι η βροχή που μούσκεψε τ ο χώμα. Είναι τα δάκρυα ό σ ω ν πέρασαν κάποτε από α υ τόν το ν δρόμο ενώ θρηνούσαν μιαν απώλεια. ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο Υ Κ Α Ϊ Τ ο ίδιο και τα δικά μου, νομίζω... σ ύ ντομ α θα μουσκέψουν το μονοπάτι...

(15)

Στ η ν α ρ χ η t o t δ ρ ο μ ο υ ΕΤΧΙ ΞΕΚΙΝΑΕΙ Ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΠ Ν ΔΑ Κ Ρ Υ ίΙΝ . Έτσι* φ έρ νο ντα ς μας σε επαφή με α υτό που πονάει. Γιατί έτσ ι μπαίνει κανείς σ ’ αυτό το μονοπάτι* με αυτό το βάρος · με αυτό το φορτίο. Και ακόμη, με τη ν αναπόφευκτη — αν και π ά ντο τε απα­ τη λ ή — πεποίθηση, ό τι δεν πρόκειται να το αντέξουμε. Π αρόλο που φαίνεται απίστευτο, όλοι νομίζουμε σ τη ν αρχή του δρόμου πως είναι αβάσταχτος. Δ ε ν είναι δικό μας το φταίξιμο, ή τουλά χιστον δ εν είναι μόνο δικό μας τ ο φταίξιμο... Μ ας έμαθαν σ τ ο σχολείο να πιστεύουμε ό τι είμαστε βα­ σικά ανίκανοι να αντέξουμ ε τ ο ν πόνο μιας απώλειας. Ό τ ι κα­ νείς δεν μπορεί να ξεπεράσει το ν θά να το ενός αγαπημένου προσώπου. Ό τ ι θα πεθαίναμε αν μας άφηνε α υτός που α γα ­ πάμε, και δεν θα μπορούσαμε να υποφέρουμε ού τε για ένα λεπ τό το ν ακραίο πόνο μιας σημαντικής απώλειας, γιατί η θλίψη είναι ζοφερή και καταστροφική... Κι εμείς ζήσαμε όλη μας τη ζωή με βάση αυτές τις σκέ-νεις. Ω σ τό σ ο , όπως σχ εδόν π ά ντο τε συμβαίνει, οι αντιλήψεις αυτές που διδαχτήκαμε κι έγινα ν δικές μας πεποιθήσεις, είναι μια συ ντροφ ιά επικίνδυνη. Χυχνά λειτουργούν σαν φοβεροί βχθροί και κάνουν πολύ μεγαλύτερο κακό από αυτό που υπο­

(16)

τίθετα ι ό τι αποτρέπουν. Σ τη ν περίπτωση του πένθους, για παράδειγμα, μας αποπροοανατολίζουν από τη ν πορεία μας προς τη ν οριστική απελευθέρωση, από αυτό που δεν υπάρχει πια. Θ α σας διηγηθώ μια ιστορία που λένε ό τι είναι αληθινή. Π ροφανώς, συνέβη κάπου σ τη ν Αφρική. Έξι μ εταλλω ρύχοι εργάζονται σε μια πολύ βαθιά σήραγγα και βγάζουν ορυκτά αηό τα έγκατα τη<; γης. Ξαφνικά, μια κ α το ­ λίσθηση φράζει τη ν έξοδο της σήραγγας και τους απομονώνει από τον έξω κόσμο. Μ όλις γίνεται αυτό, με μια γρήγορη ματιά, χωρίς να πουν λέξη, εκτιμούν τη ν κατάσταση. Είναι όλοι τους πολύ έμπειροι και καταλαβαίνουν αμέσως πως το μεγάλο π ρ ό ­ βλημα θα είναι το οξυγόνο. Αν κάνουν ό,τι πρέπει, τους μένουν τρεις, το πολύ τρεισήμισι ώρες αέρα. Ο κόσμος απέξω ξέρει πως είναι εκεί εγκλωβισμένοι, μια τέτοια κατολίσθηση όμως σημαίνει ό τι θα πρέπει να ανοίξουν τη σήραγγα αηό τη ν αρχή για να κατέβουν να τους βρουν. Θα προφτάσουν πριν τους τελειώ σει ο αέρας; . Οι έμπειροι μεταλλω ρύχοι αποφασίζουν πως πρέπει να εξοικονομήσουν όσο γίνεται περισσότερο οξυγόνο. Συμφωνούν να κάνουν τη ν ελά χιστη δυνατή σωματική δαπάνη. Σβήνουν τις λάμπες που κρατούν και ξαπλώνουν σ το πάτωμα χωρίς να μιλάνε. Βουβοί λόγω της κατάστασης και ακίνητοι μέσα σ το σκ ο ­ τάδι, είναι δύσκολο να υπολογίσουν το πέρασμα του χρόνου. Συμπτω ματικά, ένας μόνο έχει ρολόι. Σ ' α υτόν λοιπόν απευθύ­ νονται όλες οι ερωτήσεις: Π όση ώρα πέρασε; Π όση απομένει; Και τώρα; Ο χρόνος αρχίζει να μακραίνει, τα δύο λ επ τά τους φαί­ νονται μία ώρα. Η απελπισία πριν από κάθε απάντηση κάνει ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο Υ Κ Λ Ϊ

(17)

ακόμη μεγα λύτερη τη ν έντα ση που νιώβουν. Ο επικεφαλής τω ν μ ετα λλω ρύχω ν συνειδητοποιεί πως αν σννεχϊσονν έτσι, η αγωνία θα τους κάνει να αναπνέουν πιο γρήγορα κι α υτό μπορεί να τους σκοτώσει. Δια τά ζει, λοιπόν, εκείνον που έχει το ρολόι να ελέγχει, εκείνος μόνο, το πέρασμα τη ς ώρας. Κανέ­ νας πλέον δεν θα κάνει ερωτήσεις, θα τους ενημερώνει εκείνος κάθε μισή ώρα. Αυτός, εκ τελώ ντα ς τη διαταγή, παρακολουθεί το ρολόι του. Και μόλις περνάει η πρώ τη μισή ώρα, λέει «π έρα σε μισή ώρα». Ένα μουρμουρητό ακούγεται... Η αγωνία τους πλανιέται σ το ν αέρα. Ο κάτοχος του ρολογιού καταλαβαίνει πως, όσο περνάει η ώρα, θα είναι tiAo και πιο φοβερό να τους ανακοινώνει ότι πλησιάζει το τελευ τα ίο λεπτό. Χωρίς να το συζητήσει με κανέ- ναν, αποφασίζει πως δεν τους αξίζει να βασανίζονται μέχρι να πεθάνουν. Έτσι, την επόμενη φορά που τους ανακοινώνει τη μισή ώρα, έχουν σ τη ν πραγμα τικότητα περάσει 45 λεπτά. Δ εν υπάρχει τρόπος να καταλάβουν τη διαφορά, κι έτσι δεν αμφιβάλλει κανείς. Αφού βλέπει ό τι πέτυχε το τέχνασμα, τη ν τρ ίτη ενημέ­ ρω ση τη ν κάνει μία ώρα μετά. Τους λέει: «π έρα σε άλλη μισή ώρα...» Και οι πέντε πείθονται ό τι έχουν περάσει παγιδευμένοι, συνολικά, μιάμιση ώρα, και σκέφ τοντα ι μ ά λιστα πόσο μακρύς τους φαίνεται ο χρόνος. Έ τσι συνεχίζει α υτός με το ρολόι, κάθε μία ολόκληρη ώρα να τους ενημερώνει πως έχει περάσει μόνο μισή. Σ το μεταξύ, η ομάδα που επιχειρεί το έργο της διάσωσης ξέρει σε ποιον θάλαμο έχουν παγιδευτεί, και ξέρουν, επίσης, ό τι θα είναι πολύ δύσκολο να φτάσουν εκεί πριν περάσουν τουλά­ χ ισ το ν τέσσερις ώρες. Φτάνουν, τελικά, μετά από τεσσερισήμισι ώρες. Το πιθα· νότερο είναι να βρουν τους έξι μ εταλλω ρύχους νεκρούς.

ο

Δ ΡΟ Μ Ο Σ Τ Π Ν Δ Α Κ Ρ Υ Ω Ν

(18)

XOPXF. Μ Π Ο Ύ Κ Α Ϊ Βρίσκουν ζωντανούς τσνς ηέντε. Ένας ηέθανε από ασφυξία... Εκείνος που είχε το ρολό». Να τι δύναμη έχουν οι πεποιθήσεις σ τη ζωή μας. Να τι μπορούν να μας κάνουν οι εξαρτήσεις μας. Κάθε φορά που κατασκευάζουμε τη βεβαιότητα ό τι κάτι ανε­ πανόρθωτα καταστρεπτικό θα μας συμβεί — κι ας μην ξέρου­ με πώς (ή και ξέροντά ς τ ο )— , αυτό που σ τη ν ουσία κάνουμε είναι ό τι προκαλούμε, πάμε γυρεύοντας, βοηθάμε και σίγου­ ρα δεν κάνουμε το παραμικρό για να μη μας συμβεί σ τ ’ αλή­ θεια κάτι (έσ τω και λίγο) από το κακό που είχαμε προβλέψει. Παρεμπιπτόντως, (όπως σ τη ν ιστορία), ο μηχανισμός λει­ τουργεί και α ντίστροφ α : Ό τα ν νομίζουμε, ή μάλλον έχουμε τη ν πεποίθηση, ό τι με κάποιον τρόπο μπορούμε να πάμε μπροστά, οι πιθανότητες να προχωρήσουμε πολλαπλασιάζονται. Είναι φανερό πως αν η ομάδα διάσωσης είχε κάνει 12 ώρες να φτάσει, δεν θα μπορούσαν ούτε να διανοηθούν ό τι θα έβρισκαν ζω ντα νού ς τους μεταλλωρύχους. Δ εν λ έω πως από μόνη της η θετική στάση είναι ικανή να αποτρέψει το μοιραίο ή να αποφύγει μια τραγωδία. Α υ τό που λέω είναι ότι. οι πε­ ποιθήσεις αυτο-υποτίμησης καθορίζουν χωρίς αμφιβολία το ν τρόπο που ο καθένας μας αντιμ ετωπ ίζει τις δι>σκολίες. Η ιστορία τω ν μεταλλωρύχων θα έπρεπε να μας κάνει να σκεφτούμε τι σημαίνουν οι εξαρτήσεις. Κι αυτό είναι το π ρώ ­ το που πρέπει να μάθουμε. £ίναι ανάγκη να ξεκινήσουμε από αυτό το σημείο, γιατί ένας από τους πλέον καθοριστικούς και λανθασμένους «επιμορφωτικούς» μύθους που μας δίδαξε η

(19)

εκπαίδευσή μας είναι, ακριβώς, ό τι 6εν είμαστε προετοιμα­ σμένοι για το ν πόνο ού τε για τη ν απώλεια. Επαναλαμβάνουμε συχνά, σχεδόν χωρίς να σκεφτοϋμε: «Δ ε ν θα μπορούσα να σννεχίσω, αν έχανα εκείνο.» «Δ ε ν μπορώ να πάω μπροστά, αν δεν έχω α υ τό .» «Δ ε ν θα μπορέσω να προχωρήσω, αν δεν αποκτήσω το τά δε». Ό τα ν μιλάω για τους μηχανισμούς που δημιουργούν εξά ρ τη ­ ση, αναφέρω π ά ντο τε πως ό τα ν ήμουν βρέφος μόλις λ ίγω ν ω ρ ώ ν ή λ ίγω ν ημερών, ήταν φανερό (παρόλο που εγ ώ δεν τ ο ήξερα ακόμη τό τ ε ) ό τι δεν θα μπορούσα να επιβιώσω εάν η μαμά μου. ή κάποιος άλλος, δεν μου πρόσφερε τις σ τ ο ρ ­ γικές της φ ροντίδες. Η μαμά μου ήταν. επομένως, σ τη ν κυ­ ριολεξία απαραίτητη για τη ν ύπαρξή μου, εφ όσ ον εγ ώ δεν θα μπορούσα να ζή σ ω χωρίς εκείνη. Μ ετά από τρεις μήνες ζωής, ασφ αλώ ς είχα περισσότερη συνείδηση αυτής της α νά ­ γκης, ανακάλυψα όμ ως επιπλέον το ν μπαμπά μου, κι άρχισα να καταλαβαίνω ότι, πραγματικά, δεν θα μπορούσα να ζήσω χωρίς αυτούς τους δύο. Μ ετά από λίγο καιρό δεν ήταν πια η μαμά και ο μπαμπάς, ήταν η οικογένειά Μ ΟΥ η πηγή από όπου «α νά β λυ ζε» ό,τι είχα ανάγκη: αγάπη, συντροφ ιά, παι­ χνίδι, προστασία, δώρα, αναγνώ ριση, συμβουλές... Σ τη ν οικογένειά μου υπήρχε πολύς κόσμος: ο αδελφός μου, ένα σ ω ρ ό θείοι και οι παππούδες μου. Τους αγαπούσα όλους βαθιά και ένιωθα — το θυμάμαι α υ τό — πως δεν θα μπορούσα να ζή σω χωρίς όλους αυτούς... Μ ετά ήρθε το σχολείο και μαζί του οι δάσκαλοί μου: η δεσποινίς Ανχελός, ο κύριος Αλμεχούν, η δεσποινίς Μ αριάνο και ο κύριος Φ ερνά ντες, τους οποίους εκείνη τη ν εποχή θ ε ω ­ ρούσα απαραίτητους για τη ζωή μου. Σ το σχολείο

Ρεπούμπλι-ο

Δ Ρ Ο Μ Ο Σ Τ Ω Ν Δ Α Κ Ρ Υ Ω Ν

(20)

κα του Περού γνώ ρ ισ α και το ν π ρώ το μου φίλο, το ν κολλητό μου, τ ο ν «Π ό τσ ο » Β αλιέντε, τιου τό τε σκεφτόμουνα ό τι ποτέ, μα ποτέ δεν θα μπορούσα να τ ο ν αποχωριστώ. Ακολούθησαν μετά οι φίλοι μου του γυμνασίου, και βέ­ βαια η Ροζίτα... η Ροζίτα. το π ρ ώ το μου κορίτσι, χωρίς την οποία σίγουρα, το ΗΞΕΡΑ πως δ εν θα μπορούσα να ζήσω. Και μετά ήρθε η ομάδα του θεάτρου και οι φίλοι του μπιλιάρ­ δου. Α ρ γό τερ α το πανεπιστήμιο, που ενσάρκωνε τις σπουδές, το μέλλον, τη ν καριέρα — κι εγ ώ σκεφτόμουν, φυσικά, πως δ εν θα μπορούσα να ζή σω χωρίς τη δουλειά μου. Μ έχρι που, αφού πέρασαν από τη ζωή μου διάφορα κορί­ τσια, επίσης απολύτως απαραίτητα, γνώ ρισα τη ν Πέρλα. Αισθάνθηκα αμέσως αυτό που νόμιζα ό τι δεν είχα αι­ σθανθεί ποτέ μέχρι τό τε: πως δεν θα μπορούσα να ζή σω χω ­ ρίς εκείνη. Ίσ ω ς γΓ αυτό φτιάξαμε μια οικογένεια, που χωρίς αυτήν δεν ξέρ ω πώς θα ζούσα. Κ ατά το ν ίδιο τρόπο, σιγά σιγά, με το ν καιρό, έζησα σ υ λ λ έγ ο ν τα ς ιδέες και ανακαλύπτοντας ακόμη περισσότερα «απ ολύτω ς απαραίτητα»: το νοσοκομείο, τους ασθενείς μου, τη διδασκαλία, κάποιους φίλους, τη δουλειά, τη ν οικονομική ασφάλεια, ένα κεραμίδι πάνω από το κεφάλι μου. Λ ίγ ο μετά, κι άλλα άτομα, κι άλλες καταστάσεις, κι άλλα πράγματα χω­ ρίς τα οποία ούτε εγ ώ ού τε κανένας ά λλ ος σ τη θέση μου. λ ο ­ γικά, θα μπορούσε να ζήσει. ' Μ έχρι που μια μέρα, συγκεκριμένα σ τις 23 Νοεμβρίου του 1979, χωρίς κάποιον ειδικό λ ό γο που ήταν αυτή η μέρα και όχι κάποια άλλη, κατάλαβα πως δεν θα μπορούσα να ζήσω χωρίς εμένα. Π οτέ, μα ποτέ δεν τ ο είχα σκ εφ τεϊ αυτό. ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο Υ Κ Α Ϊ

(21)

Δ ε ν είχα νιώ σει ποτέ πόσο απαραίτητος ήμουν ε γ ώ γ»α μένα το ν ίθιο. Ο α νόητος! Ή ξερ α π ά ν το τε χωρίς ποιον δεν θα μπορούσα να ζή σ ω και δεν κατ<ίλαβα ποτέ, μέχρι τα τριά ντα μου, nun; πάνω απ’ όλα δεν θα μπορούσα να ζή σω χωρίς εμένα. Ή τα ν σημ αντικό από κει κι έπειτα — και μέχρι σήμερα— , να επιβεβαιώνω κάθε μέρα πως θα μου ήταν αληθινά δύ σκ ο­ λο να ζή σω χωρίς κάποια ά λλα πράγματα και πρόσωπα που έμπαιναν σ τη ζωή μου, αυτό όμως δεν μείωνε σ το παραμικρό τη ν αξία της νέας μου ανακάλυψης:

ο

Δ Ρ Ο Μ Ο Σ Τ Ω Ν Δ Α Κ Ρ Υ Ω Ν Θ α μου ή τα ν α δ ύ να το ν να ζή σ ω χωρίς εμένα. Τ ό τε άρχισα να σκέφτομαι πως κάποια από τα πράγματα που βίχα αποκτήσει και κάποια από τα πρόσωπα χωρίς τα οποία νόμιζα πως δ εν θα μπορούσα να ζήσω, μπορεί μια μέρα να μην υπάρχουν πια. Τα πρόσωπα μπορεί να αποφασίσουν να φύγουν — όχι ό τι αναγκαστικά θα πεθάνουν, απλώς δεν θα υπάρχουν σ τη ζωή μου. Τα πράγματα μπορεί να α λλά ξου ν και οι καταστάσεις μπορεί να γίνουν ε ν τε λ ώ ς α ντίθ ετες από ό,τι τις γνώ ρισα. Τ ό τε κατάλαβα πως έπρεπε να μάθω και να π ρο­ ετοιμ α σ τώ για να α ντιμ ετω π ίσ ω τέτο ιες απώλειες. Α σ φ α λώ ς, δ εν είναι το ίδιο να φεύγει κάποιος και το ίδιο αυτός ο κάποιος να πεθαίνει. Σίγουρα διαφέρει το να μετα­ κομίζεις από ένα σπίτι χειρότερο σ ’ ένα σπίτι καλύτερο, από το να συμβαίνει το α ντίθετο. Π ροφανώς, δ εν είναι τ ο ίδιο να αλλάζεις ένα σαραβαλιασμένο αυτοκίνητο μ’ ένα καινούργιο, και δεν είναι το ίδιο να κάνεις τ ο αντίθετο.

(22)

Είναι φανερό πως το βίωμα της απώλειας δεν είναι το ίδιο σε κανένα από τα παραδείγματα αυτά, όμως, καλό είναι να ξεκαθαρίσουμε από τη ν αρχή ό τι π ά ντοτε υπάρχει πόνος ό τα ν εγκαταλείπουμε κάτι που ήταν, για να πάμε σ ’ ένα ά λλο μέρος όπου δεν υπάρχει τίπ ο τ’ ά λλ ο παρά αυτό που είναι. Και αυτό που είναι, δεν είναι το ίδιο μ* αυτό που ήταν μέχρι τώρα. Και επαναλαμβάνω: η αλλαγή αυτή, είτε είναι εσωτερική είτε εξωτερική, εμπεριέχει ΠΑΝΤΟ ΤΕ μια διαδικασία ενεργού προσαρμογής σε ό,τι καινούργιο έχει το διαφορετικό και σε ό,τι διαφορετικό έχει το καινούργιο, ακόμη κι αν είναι καλύ­ τερο. I I διαδικασία αυτή είναι γ ν ω σ τή με το όνομα «επεξεργασία του πένθους» και όπως υποδηλώνει το όνομά της, είναι επί­ πονη. Ό σ ο ξεκάθαρο κι αν φαίνεται αυτό, δεν θα πάψω να προ­ ειδοποιώ όσους παίρνουν α υ τόν το ν δρόμο: ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο Υ Κ Α Ϊ Τ ο π έ ν β ο ς ... πονάει. Κι αυτό δεν μπορούμε να το αποφύγουμε. Βέβαια, η σκέψη (ή η επίγνω<τη) ό τι πηγαίνω σε κάτι καλύτε­ ρο από εκείνο που εγκατέλειψα, είναι πολλές φορές ένα θαυ­ μάσιο βραβείο «τη ς παρηγοριάς», μια μικρή ικανοποίηση που αντισταθμίζει το ν πόνο που προκάλεσε η απώλεια. Όμως, προσοχή: ΑΝΤΙΣΤΑΘΜ ΙΖΕΙ, αλλά δεν ΑΠΟΤΡΕΠΕΙ,

(23)

ο

Δ Ρ Ο Μ Ο Σ Τ Ω Ν Δ Α Κ Ρ Υ ίί Ν ΓΛΥΚΑΙΝΕΙ, α λλά δεν ΔΙΑΓΡΑΦΕΙ. ΕΝΘΑΡΡΥΝΕΙ να συνεχίσεις, α λλά δεν ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ το ν πόνο. θυμάμαι ακόμα τη ν ημέρα που έφυγα από το π ρ ώ το μου ια­ τρείο. Ή τα ν ένα νοικιασμένο διαμέρισμα, πραγματικά για γ έ ­ λια, με έναν μικροϋτσικο ενιαίο χώρο, σκοτεινό, εσω τερικ ό και αρκετά στενάχω ρο. Μ ου άρεσε να αστειεύομαι μ’ αυτό το θέμα τό τε και να λέω ό τι δεν α σκώ ορθόδοξη ψυχανάλυση, γιατί ο ασθενής δεν χωράει να ξαπλώσει σ το ιατρείο. Πρέπει να είναι καθιστός. Κάποια μέρα, ό τα ν άρχισαν να βελτιώ νο ντα ι τα ο ικ ονο­ μικά μου. αποφάσισα να φύγω απ’ αυτό το διαμέρισμα και να πάω σ ’ ένα ιατρείο μεγαλύτερο, με δύο δωμάτια και σε καλύτερη τοποθεσία. Η αλλαγή ιατρείου ήταν για μένα ένα εντυπω σιακό άλμα. σύμβολο της ανόδου μου και συ γχ ρ όνω ς ένας τρόπος να σταθμίσω πώς πήγαιναν τα πράγματα σ τη δουλειά μου. Ω σ τό σ ο , λυπόμουνα που άφηνα το μέρος απ’ όπου ξεκίνησα, και μου κ όστιζε που ετοιμαζόμουν να εγκαταλείψ ω τ ο π ρώ το μου ιατρείο. Αν δεν ήταν ο Κ άτσο, ο αδελφός μου. που ήρθε να με βοηθήσει να μεταφέρω τα πράγματα, θα είχα μείνει εκεί να κάθομαι, όπως με βρήκε ό τα ν ήρθε. να κοιτάζω τους το ί­ χους, τα ταβάνια, τις ρωγμές σ το μπάνιο, το ηλεκτρικό κ α λο­ ριφέρ... δεν θα είχα καταφέρει να βάλω ού τε ένα πράγμα σ τα κιβώτια. Θυμάμαι ακόμη, που ό τα ν ήρθε ο Κ ά τσο με ρώτησε: «Τ ι τρέχει;» «Ό χι, τίποτα...» του λέω. « τ ο πάω σιγά σιγά.»

(24)

«Έλα, στα μ ά τα τις υπερβολές» μου λέει ο αδελφός μου, «γ ια τί έχω από κάτω τ ο φορτηγάκι.» Είχε έρθει να με βοηθήσει, και ενώ εκείνος άρχιζε να ξε- κρεμάει τα κάδρα από το ν τοίχο και να τα ακουμπάει σ τ ο πά­ τωμα, εγ ώ του έλεγα: «Ό χι, α υτό ά σ ’ το τελευταίο...» και τελείω ς παράλογα το ξανακρεμούσα «σ τη θέση του». Α υ τός τακτοποιούσε τα πράγματα σ τα κιβώτια κι εγ ώ τα έβγαζα για να τα κοιτάξω... Κατέβαινε αυτός με το ασανσέρ για να πάει κάποια έπι­ πλα σ το φορτηγάκι, κι εγ ώ μέχρι να γυρίσει είχα ήδη ξανα- κρεμάσει κι ά λλο κάδρο... Α υ τό συνεχίστηκε για ώρες... Κι όλα αυτά για να μπορέσω ν' αφήσω αυτό το ιατρείο και να πάω σε κάποιο α νώ τερ ο, σ ’ ένα ιατρείο που το είχα δια­ λέξει για τί θα ήταν καλύτερο για την καριέρα μου και γιατί θα με βόλευε περισσότερο... Ί ο απ ίστευ το είναι ό τι εγ ώ το ήξερα· είχα υπόψη μου ό τι θα μου συνέβαινε κάτι τέτοιο. Παρόλα αυτά, δεν μπορούσα να αποφϋγω το ν πόνο σ τη σκέψη εκείνου που άφηνα. Για ό,τι αφήνει, λοιπόν, κανείς, είναι ανάγκη π ά ντο τε να επε­ ξερ γά ζετα ι τη θέση που είχε σ τη ζωή του και τους λόγους που το ν έκαναν να το αφήσει. ΙΙρέπει π ά ντο τε ν’ αφήνει κανείς πίσω τα πράγματα που ανήκουν σ το χτες. Ό ,τι έμεινε πίσω σ το παρελθόν δεν είναι πια εδώ, ού τε κι αν, επαναλαμβάνω, ούτε κι αν εξακολουθεί να υπάρχει... (;)" Τι θέλω να πω; Πάνε τρ ιά ντα χρόνια που είμαι π α ντρε­ μένος με τη γυναίκα μου. Ξέρω πως είναι π ά ντοτε η ίδια, έχει το ίδιο όνομα, το ίδιο επώνυμο, μπορώ να τη ν αναγνω ρίσω . ΧΟΡΧΕ Μ ΠΟΎ ΚΑΪ

(25)

μοιάζει αρκετά μ’ α υτήν που ήταν κάποτε, ξέρ ω όμ ως επίσης πως δεν είναι η ίδια. Απ ό μια άλλη οπτική γωνία, είναι ένας τελείω ς ά λλ ο ς άνθρωπος. Σ τη ν εμφάνιση έχουμε α σφ α λώ ς αλλά ξει και οι δύο (εγ ώ πολύ π ερισσότερο από εκείνη), όμως, πέρα απ’ αυτό, ό τα ν σκέφτομαι τη ν Πέρλα του τό τε, κατά κάποιον τρόπ ο έρχομαι α ντιμ έτω π ος με τη ν Πέρλα του σήμερα. Και πολύ συχνά μου φαίνεται πως αυτή του σήμερα μου αρέσει περισσότερο από εκείνη του χθες. Τ ότε, λ έω μέσα μου: « Είναι φ α ντα στική η σημερινή Π έρ ­ λα, αν τη συ γκ ρίνω μ’ εκείνη που ή ταν κάποτε* είναι υπέροχο που έχει εξελιχθεί τόσο* είναι καταπληκτικό!» Α υ τό. όμως, δεν σημαίνει ό τι δ εν πρέπει να πενθήσω τη γυναίκα εκείνη που υπήρξε κάποτε η Πέρλα. Και φ α ν τα σ τείτε! Δ ε ν μιλάω για θάνατο, ού τε για εγκ α ­ τάλειψη, απλώς μιλάω για κάποιον που τ ό τε ήταν κάπως και σήμερα είναι αλλιώς. Α ς τ ο επαναλάβουμε λοιπόν: Ακόμη κι αν το παρόν είναι κα­ λ ύτερο από το παρελθόν, αυτό δεν σημαίνει ό τι δεν πρέπει να επεξεργαστούμε το πένθος. Γι* αυτό λ έω ό τι πρέπει να μάθουμε πώς να περνάμε αυτόν το ν δρόμο: το ν δρόμο τω ν απωλειών. Πρέπει να μάθουμε να θεραπεύουμε τα τραύματα που προκαλούνται ό τα ν αλλάζει κάτι, ό τα ν φεύγει κάποιος, ό τα ν μια κατάσταση φ τά νει σ το τέλ ο ς της, ό τα ν δ εν έχω πια α υτό που είχα ή νόμιζα πως είχα (αφού δεν έχει καμιά σημασία αν το είχα πραγματικά ή δεν το είχα). Ί ο πένθος είναι επίσης αναγκαίο για τη ν επεξεργασία τη ς απώλειας που συνεπάγεται η ακύρωση ενός σχεδίου, η ματαίωση ενός ευσεβούς πόθου, η απόλυτη βεβαιότητα ό τι ο Λ Ρ Ο Μ Ο Σ Τ Ο Ν Δ Α Κ Ρ Υ Ω Ν

(26)

δεν θα αποκτήσω ποτέ αυτό που περίμενα ή λαχταρούσα να αποκτήσω μια μέρα. Η πορεία αυτή έχει τους κανονισμούς της* μια συγκεκριμένη γραμμή πλεύσης. Ο δρόμος έχει τους χάρτες του, κι αν τους γνω ρίζει κανείς, αυτό θα το ν βοηθήσει σίγουρα να φτάσει σ το τέλο ς πιο δυνατός. Ένας εξαιρετικός επιστήμονας, ο Κορσίμπσκι.' έλεγε ό τι σ τη ν πραγματικότητα κατασκευάζουμε όλοι ένα σχεδιάγραμμα του κόσμου σ το ν οποίο κατοικούμε, έναν «χ ά ρ τη » του τόπου όπου ζούμε. Ο χάρτης, όμως. λέει με σαφήνεια ο Κορσίμπσκι, δεν είναι ο τόηος. Ο χάρτης αυτός είναι μόλις και μετά βίας ο δικός μας χάρτης. £ίναι η ιδέα που έχουμε εμείς για την πραγματικό­ τητα, αν και πολύ συχνά διαστρεβλωμένη από τις προκατα­ λήψεις μας. Η αλήθεια είναι, ότι ακόμη κι αν δεν ανταποκρί- νεται ακριβώς σ τα γεγο νό τα , ακόμη κι αν απέχει πολύ από τη ν πραγματικότητα τ ω ν άλλων. ΑΥΤΟΣ είναι ο δικός μας χάρτης, και με βάση α υτόν ζούμε. ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο Υ Κ Α Ϊ Δ ε ν ζούμε σ τη ν π ρ α γμ α τικ ότη τα όπ ως είναι, α λλ ά σ τη ν εικόνα που έχουμε εμείς γΓ αυτήν. Εάν έχω καταγρά^/ει σ το ν χάρτη μου ό τι μέσα σ το δωμάτιό μου υπάρχει ένα δέντρ ο —ακόμη κι αν δεν υπάρχει, ακόμη κι αν δεν υπήρχε π οτέ— , είναι σίγουρο, όπως καταλαβαίνετε, ό τι θα ζήσω τη ν υπόλοιπη ζωή μου αποφεύγοντας το δέντρο. I. Λ λφ ρ εντ Κορ<τ1μπσκι (1879-1950), ηολωνοαμΕρικανό< γλωσσολόγος. (S.t.M.)

(27)

Ακόμη κι αν —εφ όσον το δ έντρ ο 6εν υπάρχει σ το ν δικό σας χά ρτη — , περάσετε αμέριμνοι από το σημείο α υ τό και, βλέπ οντας με να αποφεύγω τ ο ν κορμό, μου πείτε: «Μ α τ ι κάνεις εκεί, τρελάθηκες;» Α ν δεν λάβει κανείς υπόψη του το ν χάρτη μου, η συμπεριφο­ ρά αυτή φαίνεται από ηλίθια έα>ς και διασκεδαστική, σ τη ν πράξη, όμως, μπορεί να γίνει επικίνδυνη. Α έγετα ι πως ήταν μια φορά ένας μεθυσμένος και περπατούσε αμέριμνα σ τη ν εξοχή. Ξαφνικά, βλέπει να έρχονται προς το μέρος του δύο τα ύ ­ ροι — ο ένας αληθινός, ο ά λλος φανταστικός. Ο τύπος αρχίζει να τρέχει για να γλιτώ σει από τονς τα ύ­ ρους. και φτάνει σ ' ένα σημείο όπου βλέπει μ προστά του δύο τερ ά στια δέντρα. Το ένα δέντρο είναι κι α υτό qyavTaaTiK0. το ά λλο ευτυχώ ς αληθινό. Ο μεθυσμένος... σαν μεθυσμένος που ήταν, επιχείρησε ν’ ανέβει σ το φ αντα στικό δέντρο... και ενώ πάλευε να σκαρφα­ λώσει, ο αληθινός ταύρος όρμησε και τον άρπαξε, τον κακο­ μοίρη. Και φυσικά... έζησαν α υτοί καλά κι εμείς καλύτερα... Δηλαδή, το πώς θα επ εξερ γα στώ τη ν απώλεια εξα ρτά τα ι από το πώς έχω χαράξει τ ο χάρτη της ζωής μου, εξα ρτά τα ι από τη θέση που έχει κάθε πράγμα σ τ ο σχέδιό μου, εξα ρτά τα ι από τις πεποιθήσεις που διαμορφώνουν τη ν πορεία μου. Π ώς θα π ορευτώ σ ’ α υ τόν το ν δρόμο που ξεκινάει ό τα ν υφίσταμαι ή συνειδητοποιώ μιαν απώλεια, και τελειώ νει ό τα ν α υτή ν τη ν απώλεια τη ν έχω ξεπεράσει.

ο

Δ Ρ Ο Μ Ο Σ Τ ίΙΝ Δ Α Κ Ρ Υ ίΙΝ

(28)

ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο Υ Κ Α Ϊ

Η χρησιμότητα των δακρύων

Δ ε ν μπορούμιΐ να μιλάμε για πένθος και απώλειες και να αγνοούμε τη μικρή α να σ τά τω σ η που σίγουρα μας προκαλεί η συζήτηση ενός τέτοιου θέματος. Α π λώ ς θεωρούμε πως είναι μια α να στά τω ση που. κατά κάποιον τρόπο, αξίζει το ν κόπο. με τη ν έννοια ό τι μαθαίνουμε κάποια πράγματα, α να θεω ­ ρούμε κάποια άλλα, και τέλος, συστηματοποιούμε αυτό που, πιθανότατα, όλοι γνωρίζουμε. Μ ε ά λλ α λόγια, δεν πιστεύω πως κάτι από αυτά που γράφ ω εδ ώ είναι τελείω ς ά γ ν ω σ το ή θα φανεί παράξενο σε όσους το διαβάζουν. Μ ε το ν άλφα ή βήτα τρόπο, όλοι έχουμε δει ανθρώπους να υποφέρουν. Έχει συμβεί σ ’ εμάς τους ίδιους να νιώσουμε οδύνη ή να βρεθούμε κ οντά σε κάποιον που ένιωθε πόνο. Μ ε διαφορετικό ύφος και ά λλες λέξεις, σχ εδόν όλα όσα διαβάζετε εδώ, τα έχει γράψει, τα έχει πει ή τα έχει διδάξει κάποιος ά λλος παλιότερα. Έ να από τα πράγματα που έχω μάθει είναι ό τι ο θάνατος, για παράδειγμα, ενός αγαπημένου προσώπου, είναι κάτι διαφ ο­ ρετικό γΓ α υ τόν που τ ο έχει ζήσει και εν τελ ώ ς διαφορετικό γι’ α υ τόν που απλώς το συζητάει. Μ ια άσχημη είδηση γι’ αυτούς που τη διαβάζουν είναι ταυτόχρονα εύνοια της τύχης για μένα, για τί εγώ, αυτή τη στιγμή που γράφω, δεν έχω εμπει­ ρία του θανάτου κάποιου στενο ύ συ γγενή (και οι δύο γονείς μου, έχοντας συμπληρώσει πάνω από ο γ δ ό ντα χρόνια ζωής, σηκ ώ νουν το βάρος της ηλικίας τους με — πέρα από κάθε λ ο ­ γική— , ψυχική και σωματική υγεία). Έχω διαβάσει πολλά σχετικά μ’ α υ τό το θέμα, έχω δει πολλά κι έχω συντροφ εύ σει πολλούς ανθρώπους σ το ν πόνο τους. Παρόλα αυτά, αισθάνομαι πως είναι σχεδόν θράσος να γράφεις για το θέμα χωρίς να έχεις περάσει ο ίδιος απ’ αυτό

(29)

το σημείο, χωρίς να έχεις υποφέρει προσωπικά, και η διευ­ κρίνιση αυτή αποτελεί κατά κάποιον τρόπο μια συγνώμη, που τόλμησα να κάνω κάτι τέτοιο. Ξέρω καλά πως εκείνη τη στιγμή, τη στιγμή του πένθους, το βίωμα του πόνου διδάσκει πραγματικά πολύ περισσότερα από όλα όσα θα μπορούσε κα­ νείς να διαβάσει. Το βιβλίο όμως αυτό δεν μιλάει μόνο για το ν θά να το α γα ­ πημένων προσώπων. Στη ζωή μας οι απώλειες αποτελούν ένα φαινόμενο πολύ ευρύτερο και, καλώς ή κακώς, κοινό σε όλους. Βιώνουμε τη ν απώλεια όχι μόνο μέσα από το ν θάνα­ το, α λλά και ό τα ν μας εγκαταλείπουν, ό τα ν αλλάζουμε, ό τα ν προχωράμε μπροστά. Οι απώλειες μας, όπως έχω ήδη ανα­ φέρει, περιλαμβάνουν επίσης τη συνειδητή ή ασυνείδητη παραίτηση από τα ρομαντικά μας όνειρα, τη ματαίωση τω ν υπερβολικών προσδοκιών μας και τ ω ν ευσεβών πόθων μας για ελευθερία, δύναμη και ασ<ράλεια. Περιλαμβάνουν ακόμη τη ν απώλεια της νιότης μας — εκείνου του γεμάτου αναίδεια νέου που νομίζαμε πως δεν θα αποκτήσει π οτέ ρυτίδες, και θα είναι ά τρ ω το ς και αθάνατος. Α π ώλειες οι οποίες, κατά τα λεγόμενα της Τ ζού ντιθ Βιόρστ,' μας συνοδεύουν σε όλη μας τη ζωή, απώλειες «αναγκαίες», όπως τις χαρακτηρίζει εκείνη. Απώλειες που θα υποστούμε ότα ν ερχόμαστε αντιμ έτω π οι όχι μόνο με το ν θάνατο κάποιου αγαπημένου, όχι μόνο με μια υλική αναποδιά, όχι μόνο ότα ν χάνουμε κομμάτια του εαυτού μας, αλλά και ότα ν μας συμ-1. Η Τ ζο ύ ντιθ Βιόρστ γκννήθηκϊ το 1931 σ τη ν Αμερική. Επί ι-ίκοσι χρό­ νια συγγραφέας παιδικών βιβλίων, δημοσιογράφος σ τις εφημερίδες «The New York Tim es· και «Washington Post», και από τ ο 1981, ό τα ν αποφοί­ τησε από το Ψυχαναλυτικό Ιν σ τιτο ύ το της Ο υάσινγκτον, ερευνήτρια και συγγραφέας βιβλίων με ψυχολογικό περιεχόμενο. (Σ.τ.Μ .)

(30)

βαίνουν κάττοια αναπόδραστα γ εγ ο ν ό τα που η συγγραφέας περιγράφει αχ; «αναπόφευκτες δόσεις αυτογνω σίας». Κ α λό είναι να ξέρουμε και επ ιβάλλεται να δεχτούμε ότι... όσο και να μας αγαττάει η μητέρα μα<;, κάηοτε θα μας αφήσει, όιτως κι εμείς εκείνη, δεν θα έχουμε π ο τέ τη ν α π οκ λειστικ ότη τα σ τη ν αγάπη τω ν γονιών μας, α υτό που μας πλήγωσε δεν θεραπεύεται πά ντοτε μ ' ένα φιλί, θα πρέπει να δεχόμαστε την αγάπη που είναι ανάκατη με μίσος, και το καλό που έχει μέσα του κάτι κακό, ο πατέρας (ή η μ ητέρα ) σου δεν πρόκειται να σε παντρευ­ τούν ούτε κι αν τα κατάφερες να είσαι όπο>ς σε ήθελαν (κι όχι μόνο αυτό, αλλά πιθανότατα δεν εγκρίνουν καθόλου το πρό­ σωπο που διάλεξες για να τους α ντικ α τα στήσεις σ τη ν καρδιά σου). κάποιες επιλογές μας περιορίζονται από τη σωματική μας διάπλαση, σε άλες τις σχέσεις υπάρχουν προβλήματα και συγκρού­ σεις, οι επιθυμίες τω ν ανθρώπων που αγαπάμε δεν συμπίπτουν π ά ντοτε με τις δικές μας, μερικές φορές μ ά λιστα είνο4 ασυμβί­ β α στες μεταξύ τους, δεν έχει καμιά σημασία πόσο έξυπνοι, ή πόσο προσεκτικοί είμαστε, κάποτε έρχεται η σειρά μας να χάσουμε... η ύπαρξή μας σ ' α υτόν τον κόσμο είναι αδυσώπητα εφή­ μερη. Α υ τό π ά ντω ς που είναι πιο δύσκολο να δεχτεί κανείς ( εγώ τουλάχιστον), και όχι γιατί δεν είναι αλήθεια, είναι ότι... ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο Υ Κ Α Ϊ

(31)

ο

Δ Ρ Ο Μ Ο Σ Τ Ω Ν Δ Α Κ Ρ Υ ίίΝ Εέμαστε εντελώ ς ανίκανοι να προσφέρουμε σ τ α αγαπημένα μας πρόσωπα την π ροστασία που θα θέλαμε ε νάντια σε κάθε κίνδυνο, σε κάθε πόνο, ενάντια στις ματαιώσεις, το ν χαμένο χρόνο, τα γηρατειά και τ ο ν θάνατο. Οι απώλειες αυτές α ποτελοϋν μέρος της ζω ής μας. Είναι σ τα ­ θερές καθολικές και αναπόδραστες, και τις χαρακτηρίζουμε «α π α ρα ίτη τες», γιατί μέσα απ’ αυτές μεγαλώνουμε. Πράγματι, είμαστε αυτοί που είμαστε χάρη σε όλα όσα χάσαμε και το πώς αντιμ ετωπίσαμε τις απώλειες εκείνες. Η σχεδίαση αυτού του χάρτη μάς βάζει βέβαια σ ’ ένα κλίμα διαφορετικό από εκείνο του Δρόμου της Α υτοεξά ρτη σης ή του Δρόμου τη ς Συνάντησης. Σ το ν π ρ ώ το «δ ρ ό μ ο » το κλίμα είναι της ανακάλυψης το υ εαυτού μας, και σ το ν δεύ τερο της από­ λαυσης να είμαστε ο εαυτός μας δίπλα σε κάποιον άλλο. Η συζήτηση, όμως, της επεξεργασίας του πένθους δεν είναι ένα θέμα που θα μας προσφέρει περισσότερη απόλαυση ή χαρά, γιατί μια πλευρά του, όπως λέγαμε πριν, μας φέρνει σε επαφή με το ν πόνο. Ω σ τό σ ο , ο δρόμος τ ω ν δακρύων μας διδάσκει να δεχόμαστε το ν ζω τικ ό δεσμό που υπάρχει ανάμεσα σ τις απώλειες και τις κατακτήσεις μας. Ο δρόμος αυτός μας δείχνει ό τι πρέπει να παραιτηθούμε από ό,τι δεν υπάρχει πια. Έ τσ ι θα κατακτήσουμε τη ν ωριμότητα. Θ α διαπιστώσουμε, δια νύοντά ς τον, ό τι οι απώλειες εί­ ναι τραυματικές και επώδυνες, όμως, μόνο μέσα από αυτές ολοκληρω νόμ αστε σα ν άνθρωποι.

(32)
(33)

ο Δ Ρ Ο Μ Ο Σ Τ ίΙΝ Δ Α Κ Ρ Υ ίΙΝ

Ο κύκλος της επαφής

Κάθε απώλεια είναι διαφορετική, γι* αυτό δεν μπορούμε να τις βάζουμε όλες μαζί σ τ ο ίδιο σακί, ού τε να αναλύουμε όλες τις διαδικασίες του πένθους από τη ν ίδια σκοπιά. Απ ό ψυχο­ λογική άποψη, η διαφορά θα έχει α σφ α λώ ς να κάνει με τη δυ­ σκολία αυτής της δουλειάς και τις διαφορετικές έννο ιες που έχει ο «δρόμ ος». Ο ι φάσεις, όμως. και η εξέλιξη της διαδικα­ σίας του πένθους είναι λίγο-πολύ οι ίδιες, όπως σε ένα ν απο­ χωρισμό, μια υλική απώλεια χωρίς σημασία ή ό τα ν βρίσκεται κανείς α ντιμ έτω π ος με το ν θά νατο κάποιου δικού του α νθ ρ ώ ­ που. Ο ποιαδήποτε διαδικασία προσαρμογής σε μιαν απώλεια, α νεξά ρ τη τα από τις αιτίες που τη ν προκάλεσαν, μπορούμε να πούμε ό τι ξεκινάει από το σημείο μηδέν, που είναι κοινό σε κάθε κατάσταση. Α υτό, οι επιστήμες τη ς συμπεριφοράς' το ονομάζουν σημείο της «Α ρ χ ή ς » ή σημείο της «Α π όσυ ρσης». Για να καταλάβουμε καλύτερα τη ν έννοια αυτή. είναι α να ­ γκαίο να προβούμε σε μια περιγραφή λ ίγο πιο θεωρητική, ή τουλάχιστον πιο παραστατική. Ο καθένας α ντιδρά σ τα εξω τερικά ερεθίσματα ακολουθώντας ένα συγκεκριμένο μ οντέλο συμπεριφοράς. Σ το μ εγαλύτερο μέρος της, η σχέση μας με το ν κόσμο που μας περιβάλλει σ υ ­ νοψ ίζεται σ ’ αυτό το μοντέλο: ένα διαρκές και ενα λλα σσόμ ε­ ν ο παιχνίδι Επαφής και Απόσυρσης. Τ ο σημείο μηδέν (Αρχή ή Α π όσυρση) είναι εκεί όπου βρίσκεται κανείς απομονωμένος από αυτό που δεν έχει ακό­ μα συμβεί, ή σ το περιθώριο αυτού που τώ ρ α συμβαίνει και για τ ο οποίο δεν έχει ακόμη ενημερωθεί. 1. Συμπεριφορισμός ή Μπεχαβιορισμό< (ίΙ.τ.Μ .)

(34)

Είναι ένα ερέθισμα εξωτερικό, χωρίς καμία απολύτως σχέση με το άτομο. Εάν. παραδείγματος χάριν, ετοιμάζομαι να πάω σε μια συ γκ έ­ ντρ ω σ η όπου θα υπάρχει κόσμος που δεν γνω ρίζω , η κατά­ στα ση του σημείου μηδέν θα είναι πριν από τη ν είσοδό μου σ τη ν αίθουσα, ίσως και πριν ξεκινήσω το ταξίδι μου για να πάω εκεί που γίνεται η συ γκ έντρω ση . Φ τά ν ω σ τη σ υ γκ έντρ ω ση και βρίσκομαι α ντιμ έτω π ος με το ν κόσμο που έχει συ γκεντρω θεί. Έχω κάποια αίσθηση, ευχάριστη ή δυ σά ρεστη. Δ η λ α ­ δή, κάτι αισθάνομαι. Οι αισθήσεις μου μ εταδίδουν δ ιά φ ο­ ρες πληροφορίες. Βλέπω το ν κόσμο, ακούω θορύβους και κάποιος με πλησιάζει. Έχω αισθήματα όσφρησης, οπτικά, ακουστικά και σωματικά. Τρέμει λ ίγο το σώμα μου και αι­ σθάνομαι ό τι ιδρώνω. Μ ε τα αισθήματα αυτά «σ υ ν ε ιδ η το ­ ποιώ », έχω συναίσθηση του τι συμβαίνει. Α να λύ οντα ς, δη­ λαδή, ό,τι έχω α ντιληφ θεί, κ α τα λή γω σ τ ο συμπέρασμα ό τι η σ υ γκ έν τρ ω σ η είναι επίσημη, και ό τι υπάρχει πάρα πολύς κόσμος. Κάποια στιγμή λ έω μέσα μου: «Α μ ά ν, με κ οιτά νε!» Α ντιλαμβάνομαι, δηλαδή, α υ τό που συμβαίνει* τι είναι αυτό που ερεθίζει τις αισθήσεις μου. Αφού α ντιλη φ θώ ή αποκτήσω πλήρη συναίσθηση του τι συμβαίνει, διακινούνται τα συναιαθήματά μου. Αισθάνομαι ένα σω ρό πράγματα, που δεν προέρχονται όμως από τις αι­ σθήσεις, τα αφτιά, τα μάτια ή τ ο στόμα. Ν ιώ θ ω να τρομάζω, μου αρέσει κάτι ή με αγχώνει. Αισθάνομαι ευχαρίστηση, α νη­ συχία ή συγκίνηση. Αισθάνομαι φόβο ή όρεξη και επιθυμία, ευχαρίστηση που τους είδα ή τρόμο για το αποτέλεσμα της συνάντησης. Ένα σ ω ρ ό συναισθήματα που κοχλάζουν μέσα μου. ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο Υ Κ Α Ϊ

(35)

ο Δ ΡΟ Μ Ο Σ Τ Ω Ν ΔΑΚ ΡΎ ΩΝ Μ όλις δημιουργηθούν αυτά τα συναισθήματα, αρχίζουν να πιέζουν για να μετατραπούν σε δράση. Ν ιώ θω την ενέργεια μέσα μου να ασκεί ηΐεση· να με ωθεί να δράσω. Τρομάζω και φεύγω, ή μένω και αρχίζω να μιλάω. Μ ιλά ω με το ν έναν και με το ν άλλον, αποφασίζω να αποκαλΰ\|/ω τα συναισθήματα μου ή να τα αποκρύψω, να προσποιηθώ ή να κάνω κάτι άλλο. Είναι η στιγμή της επαφής, το σημείο κλειδί. Επαφή είναι η δυ νατότη τα να δημιουργηθεί μια ειδική σχέση με το εξωτερικό ερέθισμα. Επαφή σημαίνει: Ό χι μόνο έχω αισθήματα, συναισθάνο­ μαι, κινητοποιούμαι και ενεργώ, αλλά. επιπλέον, ζω και συμ­ μορφώνομαι με τη ν κατάσταση σ τη ν οποία έχω εμπλακεί. Είμαι, δηλαδή, σε επαφή. Σημείο μηδέν Αρχή ή Απόσυροη Λποχαιρκτισμός Επαφή Δράση Αντίληψη Συναισβημα J Ενεργοποίηση ενέργειας Και αφού είμαι σε επαφή, μετά, για λόγους προφύλαξης, για λόγους υγείας, επειδή εξαντλήθηκε ο κύκλος ή εξατμίστηκε το συναίσθημα, προχωράω σε αποχαιρετισμό και απόσυρση.

(36)

ΧΟΡΧΕ Μ Π Ο Υ Κ Α Ϊ Απομακρύνομαι για να μείνω λίγο με το ν εαυτό μου ή για να πάω πάλι από την αρχή. Ας πάρουμε ένα κλασικό παράδειγμα: το ν ζω γρ ά φ ο με το ν πίνακά του. Ο ζωγράφος στέκ ετα ι λίγα λ επ τά μ ηροστά σ το τελά ρο πριν ακόμη αρχίσει να ζωγραφίζει. Αισθάνεται τη ν πρόκληση πον τον δημιουργεί η λευκ ότητα του τελάρου. Α ντιλαμβάνεται το κενό πον έχει απέναντί τον και νιώθει τη ν ενθννη ότι κάτι πρέπει να κάνει μ ’ αυτό πον νπάρχει εκεί μ προστά στα μάτια τον. Ο καλλιτέχνης δέχεται, σαν να μη μπορεί να κάνει αΑ- λιώς, έναν καταιγισμό σνναισθημάτων. Αρχίζει να αισθάνεται διάφορα πράγματα μ προστά σ ’ αυτό το λευκό τελάρο, μ αζί με τη ν επιθυμία να ζωγραφίσει. Και τότε. κάνει μια κίνηση. Α ρ ­ πάζει ένα πινέλο, λίγη μπογιά και μια σπάτουλα, πλησιάζει το τελά ρο και ζωγραφίζει κάτι. Α υ τό α π οτελεί τη μετουσίω ση του συναισθήματος που ένιωθε. Αφού βάλει μερικές πινελιές, ο ζωγράφος σταματάει. Κ ά ­ νει δνο-τρία βήματα πίσω και κοιτάζει. Α ν τή είναι η στιγμή πον ονομάσαμε «τ η ς απόσνρσης». Ό τα ν πηγαίνει λίγο πίσω και κοιτάζει, σννειδητοποιεί και αντιλαμβάνεται α ντό πον βλέπει, και αποκτά σνναίσθηση τον τι έχει βάλει στον πίνακά τον. Λ ίγα μόλις δεντερόλεπτα ή λ ε ­ πτά μετά, έχει σννείδηση τον έργον τον και αισθάνεται ξανά να τον πλημμυρίζουν συναισθήματα, έχει ξανά συναίσθηση αυτού που βλέπει, και νιώθει ξανά ό τι κάτι πρέπει να κάνει. Η αίσθηση α ντή μ ετα τρέπετα ι πάλι σε ενέργεια. Ο καλλιτέχνης πλησιάζει το πινέλο και τη ν παλέτα. Ζωγραφίζει για κάποιο διάστημα, πριν κάνει πάλι λίγα βήματα πίσω για ένα νέο ξεκί­ νημα τον κύκλον.

(37)

ο Δ Ρ Ο Μ Ο Σ Τ Ω Ν Δ Α Κ Ρ Υ ίΙΝ Η ζωή μας ολόκληρη σημαδεύεται από τέτο ιες στιγμές. Ενώ είμαστε μόνοι μας και σε απόσταση από α υ τό που συμβαίνει, ανακαλύπτουμε αισθήματα και νιώθουμε να 6ιακινούνται μέσα μας συναισθήματα τα οποία, όπως είπαμε παραπάνω, μπορεί να γίνουν ενέργεια σ τη ν υπηρεσία αυτού που θα ακο­ λουθήσει. Ό τα ν κ α ταφ έρνω να μετατρέπω τα συναισθήματά μου σ ε μιαν ανάλογη ενέργεια, τ ό τ ε η πράξη αυτή με φέρνει σε επαφι*) με « τ ο πράγμα». Τ ο ζω, λειτου ρ γώ μέσα σ ' α υτό και. σ ’ ένα ν μικρό ή μεγάλο βαθμό, το αλλάζω. Α ν με τη ν παρέμβασή μου εξαντλη θεί ή α λλά ξει η κα­ τά σ τα σ η (ή ό τα ν εμένα με κουράσει το βίωμα), αποσύρομαι ξανά — όχι όμως με τη ν έννοια ό τι φεύγω, α λλά ό τι ακόμη μια φορά ξαναρχίζω. Το μικρό α υ τό σχεδιάγραμμα — κάπως πρακτικό όπως εί­ παμε— , είναι η βάση για το τι σημαίνει εμπειρική στάση απ ένα ντι σ τη ζωή. Τ ο αναφ έρω εδ ώ για να τεκμ ηριώσω ό τι η διαδικασία του πένθους δεν είναι τίπ οτα περισσότερο και τίπ οτα λ ιγ ό τερ ο από μια ειδική περίπτωση «Επαφής και Α π ό ­ συρσης». Ο δρόμος τ ω ν δακρύων είναι κι αυτός ένας κύκλος εμπειρίας που θα ακολουθήσεις για να μάθεις να διατρέχεις τ ο ν κύκλο χωρίς διακοπές, χωρίς καθυστερήσεις, χωρίς σ τά ­ σεις και χωρίς να λοξοδρομήσεις. Κ ατά τη ν επεξεργασία του πένθους, το ερέθισμα που α ν τ ι­ λαμβανόμαστε από τη θέση τη ς ήρεμης απόσυρσης, είναι η απώλεια. Κάποιες φ ορές αμέσως, και άλλες με καθυστέρηση, αντιλαμβάνομαι α υ τό που μου συμβαίνει: έχω χάσει α υ τό που είχα ή νόμιζα πως είχα. Και αισθάνομαι. Σ τις αισθήσεις μου απ οτυπ ώ νονται ένα σ ω ρ ό πράγματα, όχι ακόμη συναισθήμα­

Referencias

Documento similar

(Χρησιμοποιήστε κυκλικό πρεσαριστό ακροδέκτη για τη σύνδεση με τη λωρίδα ακροδεκτών. Σε περίπτωση που η χρήση του είναι απολύτως αδύνατη,

Ετσι, µπορείτε να κρατάτε τη µηχανή µε δύο χέρια για καλύτερο έλεγχο, και χωρίς να υπάρχει κίνδυνος να έρθετε σε επαφή µε τα κινητά στοιχεία της µηχανής..

Στα ποιήματα της María Zambrano, μια γέννηση είναι έτοιμη να συμβεί∙ μια γέννηση ενός καινούργιου πράγματος, που έρχεται, και που παίρνει μορφή περνώντας μέσα από το σκοτάδι..

Έχω αιμοφιλία Α/Β I am having a bleed Έχω αιμορραγία My haemophilia is severe (0-2%) Η αιμοφιλία μου είναι σοβαρή (0-2%) My haemophilia is moderate

Η εκδήλωση περιλάμβανε παρουσιάσεις για τους υγροβιοτόπους και τη σημασία τους καθώς και μηνύματα από τη Γραμματεία της Συνθήκης Ramsar, τον Υπουργό Γεωργίας , Φυσικών

Οι γροθιές του κυρίου Βέιμερ ξανακούγονται, αυτή τη φορά τα χτυπήματα είναι πιο δυνατά, παρόλο που αυτός δεν είναι ένας

Κεφάλαιο 5 ο Σκέψεις του δέντρου (Είναι σκέψεις στοχασμοί που γεννήθηκαν κάτω από το συγκεκριμένο δέντρο-σύμβολο) Ο άνθρωπος……. ΋μως μια

Αποτελεί ιδεατή πράξη (κατασκευή). Δεν πρόκειται εδώ για μια θεώρηση της γεωμετρίας ως πλήρως έτοιμης αλλά εν τη γενέσει της. Δεν πρόκειται για μια